Πέμπτη 17 Νοεμβρίου 2011

ΘΕΟΛΟΓΙΚΕΣ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ ΓΙΑ ΔΙΑΛΟΓΟ

 
Περί της αλόγιστου χορηγήσεως 
των Εκκλησιαστικών Οφφικίων
  
«Τα εκκλησιαστικά Οφφίκια, ουκ εισί της εξουσίας των επισκόπων, ως τινές λέγουσιν, αλλά της των Κανόνων αυθεντίας και φιλοτιμίας». (Καν. 31/39 Συν. Καρθαγένης - Σχόλια Μ. Βλαστάρη).

ΟΦΦΙΚΙΟΝ: Είναι Βυζαντινό πολιτικό, και εκκλησιαστικό αξίωμα, βαθμός, τιμητικός τίτλος, ιδιότητα. Ένα αξίωμα - τιμητικός τίτλος που σημαδεύει τον Ορθόδοξο Ιερωμένο όχι μόνον κατά την Ιερατική του ποιμαντορία, αλλά εφ' όρου ζωής του.

Έκπληξη, Οργή και Αγανάκτηση προκαλεί πολλές φορές στο «Τίμιον έγγαμον Πρεσβυτέριον» της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, η όλως αλόγιστα, και προ πολλού, συνεχιζόμενη απονομή Οφφικίων σε εφημερίους Ιερομονάχους, και μάλιστα ανυπάρκτων για τον κόσμο, όπως είναι: Του Αρχιμανδρίτη Ηγουμένου), και του Πρωτοσυγκέλλου, και τα Οφφίκια αυτά απονέμονται με «εν κρυπτώ και παραβύστω», έκδοση Συνοδικών Κανονισμών, και την εφαρμογή τους κατά το «αποφασίζομεν και διατάσσομεν».

Πρόκειται περί ενός σοβαροτάτου εκκλησιαστικού θέματος που εφαρμόζεται, όλως αντικανονικά και αλόγιστα, από την Ιερά Σύνοδο και τον επίσκοπο, εδώ και χρόνια, παρά τις εκάστου διαμαρτυρίες του έγγαμου Εφημεριακού Κλήρου. Και το αδυσώπητο ερώτημα που προβάλλει είναι: Εως πότε ακόμη θα αποφασίζουν άλλοι, εν αγνοία του απροστάτευτου ραγιά παπά, για θέματα που τον αφορούν άμεσα, όπως είναι η όντως λίαν αντικανονική απονομή Μοναχικών Οφφικίων στον κόσμο; (Καν. 4ος Δ' Οικ. Συνόδου).

ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ:

1.ΟΡΓΗ. Γιατί: α) Ποδοπατούνται βάναυσα οι Πνευματοφόροι Θείοι και Ιεροί Κανόνες της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, και η έκπαλαι αυστηρώς ισχύουσα Τάξη, (Α' Κορ. 14,40, Καν. 31/39 Καρθ/νης, πρβλ. Καν. 7ο ΣΤ' Οικ. Συν. και 95/86 Συν. Καρθ/νης). β) Γιατί αγνοούνται, ετσιθελικά, η Ορθόδοξη Ιερά Παράδοση και το απαραβίαστο των Πρεσβείων Χειροτονίας (= Αρχαιότητα). γ) Καταπατείται βάναυσα ο Εκκλησιαστικός ν. 590/77 αρθρ. 37 «Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας). δ) Δεν ερωτάται ποτέ ο έγγαμος Εφημεριακός Κλήρος για θέματα που τον αφορούν άμεσα και αποφασίζουν άλλοι γι' αυτόν. ε) Γιατί κοσμικοποιείται, όλως ασύστολα, το Ανατολικό Ορθόδοξο Μοναχικό Ιδεώδες, (Καν. 4ος Δ' Οικ. Συν. - 2ος, 3ος, 4ος Πρωτοδευτέρας Συνόδου), που, ως μη όφειλε, ο Μοναχικός Κλήρος, με την άδεια του Επισκοπικού σώματος, και του κάθε Επισκόπου, έχει γίνει κατακτητής του κόσμου, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

2.ΑΓΑΝΑΚΤΗΣΗ: Γιατί: α) Περιφρονείται ενσυνείδητα, από την Ιερά Σύνοδο, το Επισκοπικό σώμα και τον Επίσκοπο το υπεύθυνο έγγαμον Ιερατείον, που είναι ταγμένο, από τη Γραφή και τους Θείους και Ιερούς Κανόνες, να ποιμαίνει τους πιστούς στον κόσμο. β) Γιατί επίσης, αγνοείται, ετσιθελικά, ο νόμιμος Ιερός Σύνδεσμος (ΙΣΚΕ), το «Θεοπρεπές, άγιον και ιερόν αυτό Σύστημα και Καθεστώς», (Ιγνάτιος προς Τραλλησίους), του έγγαμου Εφημεριακού Κλήρου της Εκκλησίας της Ελλάδος, από το Επισκοπικό Σώμα και τον Επίσκοπο, οι οποίοι, σημειωτέον, έχουν ορκιστεί υπακοή, πέραν των άλλων θρησκευτικών τους καθηκόντων, στους νόμους και το Σύνταγμα του Κράτους, (Ν. 590/77 αρθρ. 16 παρ. 1).

Εξ αιτίας όλων αυτών των εγκληματικών πράξεων έναντι της Εκκλησιαστικής Τάξεως, των Θείων και Ιερών Κανόνων, των εκκλησιαστικών Νόμων, και του ισχύοντος Συντάγματος της ένδοξης Χώρας μας, το έγγαμο Τίμιο Πρεσβυτέριο ευρίσκεται σε υποβόσκουσα κοχλάζουσα ιερή αγανάκτηση και οργή, έτοιμο να εκραγεί, ώστε να «καθίσει τελικά, ο κάθε κατεργάρης στον πάγκο του» και τούτο για το καλόν της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας.

ΕΡΩΤΑΤΑΙ: Από πότε οι Ιερομόναχοι (=ψευτοαρχιμανδρίτες και Πρωτοσύγκελλοι), οι οποίοι έχουν ορκιστεί «ακτημοσύνη» και «ως ουδέν ίδιον οφείλουσιν έχειν (Καν. 6ος Πρωτοδευτέρας Συν.), οι «εκουσίως καταλιπόντες τας κοσμικάς επιθυμίας, και εν Μοναστηρίω επικηρύττοιντο (Καν. 6ος Δ' Οικ. Συν.), τοποθετούνται μονίμως μέσα στον κόσμο, ακόμη και στις Ενοπλες Δυνάμεις με Στρατιωτικούς μάλιστα βαθμούς, και με υλικά και άλλα κοσμικά δικαιώματα, (διοικητικές θέσεις, παχυλούς μισθούς κ.π.α.), βάζοντες στο περιθώριο τον «Προεστώτα και Αρχοντα των Εκκλησιών» (Καν. 19ος ΣΤ' Οικ. και 19ος Ζ' Οικ. Συν.), έγγαμο κοσμικό Ιερέα; Από πότε τα ιερά αυτά Μοναχικά Οφφίκια του Συγκέλλου, του Πρωτοσυγκέλου, και του Αρχιμανδρίτη, γίνονται κοσμικά Οφφίκια και το χαρακτηριστικό γνώρισμα της παρθενίας του Μοναχού «Επανοκαλύμμαυχον» γίνεται περιγέλαστο με τον χαρακτηρισμό «τσεμπέρι;».

Από πότε επιτρέπεται, και γιατί, παρά την αυστηρή Κανονική απαγόρευση, οι ως άνω Ιερομόναχοι να χρησιμοποιούν εντός του κόσμου αυτά τα ιερά Μοναχικά σύμβολα, (δι' επίδειξιν μόνον εις δέλεαρ, ώστε δι' αυτού τους ανθρώπους απατάν, ίνα, ως το άγιον σχήμα ημφιεσμένοι, τιμώνται, τας εκκλησίας τε υπεισδύοντας, και διδάσκειν ίσω επιχειρούντας, ή τι έτερον εκκλησιαστικόν ενεργείν, εις τα της πόλεως πράγματα ε-αυτούς εισωθούντας, και διοικείν ταύτα θέλοντας, και ούτω ταράσσοντας τας εκκλησίας τε, και τας πόλεις, ουκ αληθώς μοναχούς ηγείται η σύνοδος). «Επειδή δε τινες τω Μοναχικώ κεχρημένοι προσχήματι, τας τε εκκλησίας, και τα πολιτικά διαταράσσουσι πράγματα, περιϊόντες αδιαφόρως εν ταις πόλεσιν», (Καν. 4ος Δ' Οικ. Συν. - Σχόλια Ζωναρά και Βαλσαμώνος).

Η απονομή των Οφφικίων, δεν ανήκει στην αυθαίρετη εξουσία της Ιεράς Συνόδου, και του Επισκόπου, αλλά στην αυθεντία και την φιλοτιμία των Θείων και Ιερών Κανόνων: «Τα εκκλησιαστικά Οφφίκια, ουκ εισί της εξουσίας των Επισκόπων, ως τινες λέγουσιν, αλλά της των Κανόνων αυθεντίας και φιλοτιμίας», (Σχόλια Μ. Βλάσταρη στον Καν. 31/39 Συν. Καρθαγένης). Τα έκπαλαι Οφφίκια στην Ορθόδοξη Εκκλησία που απονέμονται στο έγγαμον Τίμιον Πρεσβυτέριον είναι: «Του Πρωτοπαπά, του Δευτεροπαπά, του Οικονόμου, του Αρχιδιακόνου και του Δευτερεύοντος των Διακόνων», και μόνον τα Οφφίκια αυτά αναγνωρίζει και αποδέχεται ο έγγαμος Εφημεριακός Κλήρος, και οφείλει να φροντίσει, ώστε να τηρηθούν τα κοσμικά αυτά Οφφίκια απαραβίαστα.

Οι εκδιδόμενοι εκάστοτε «εν κρυπτώ και παραβύστω» και εφαρμοζόμενοι, ετσιθελικά, Κανονισμοί της Ιεράς Συνόδου, είναι όλως ανεδαφικοί και απαράδεκτοι, και είναι επόμενο να αποκρουσθούν τελικά από το έγγαμο Ιερατείο. Ο παπάς δεν θα δεχθεί άλλη υποτίμηση, ποδοπάτηση και φαλκίδευση των Νομοκανονικών του δικαιωμάτων, από τον αντίχριστο Δεσποτισμό και τους συνοδοιπόρους του, επίορκους και δραπέτες των Μονών τους Ιερομονάχους ψευδοαρχιμανδρίτες.

Και όχι μόνον δεν θα το αποδεχθεί, αλλά για το καλό της Εκκλησίας Εκείνου, «ην περιεποιήσατο δια του αίματος του ιδίου» (Πραξ. 20,28), θα διεκδικήσει ό,τι του έχει αντικανονικά και παράνομα αφαιρεθεί βάρβαρα και ετσιθελικά, και αν θα συμβεί τούτο, τότε άλλοι θα έχουν τις ευθύνες... Με τους αντιεκκλησιολογικούς, αντικανονικούς και αποκρουστικούς Κανονισμούς της Ιεράς Συνόδου, οι οποίοι περνούν σιγή και εφαρμόζονται με το «έτσι θέλω», φτάνει πλέον «ο κόμπος στο χτένι» και δεν πάει άλλο. Το «αποφασίζομεν και διατάσσομεν» πρέπει να σταματήσει πλέον το συντομότερον, γιατί ως πότε εν αγνοία του ραγιά παπά, θα αποφασίζουν άλλοι γι' αυτόν; Ως εδώ λοιπόν «και μη παρέκει». Ο ραγιάς έγγαμος Εφημεριακός Κλήρος κάποια στιγμή θα αναγκαστεί να ξυπνήσει, και για τα πάρα πέρα «νίπτει τας χείρας του». Λοιπόν, «ο έχων ώτα ακούειν, ακουέτω». Όλα αυτά, που ευλαβώς αναφέρονται, δεν αποσκοπούν σε απειλή, «άπαγε της βλασφημίας», αλλά για ενημέρωση, γνώση και διόρθωση των κακώς εχόντων.

Ο Εφημεριακός Κλήρος είναι η πραγματική δύναμη της Εκκλησίας, και σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να υποτιμάται, και να διώκεται, ακρίτως, επί τω λόγω ότι θέλησε να αφιερώσει τη ζωή του στο έργο της Ενορίας, και όχι μόνον. Εχει μεγάλα και σοβαρά παράπονα το έγγαμο Ιερατείο, και αποδέκτες αυτών δεν είναι άλλοι παρά οι Επίσκοποί μας και η Ιερά Σύνοδος. Ευλαβώς δίνεται η απάντηση αυτή με Γραφονομοκανονική και ιστορική τεκμηρίωση, επί των εκάστοτε συνταχθέντων «εν κρυπτώ και παραβύστω» Κανονισμών σχετικών με την απονομή των Εκκλησιαστικών Οφφικίων, και η απάντηση αυτή δεν είναι προσωπική, στηρίζεται επί της Βίβλου και της ουσιώδους έκπαλαι εκκλησιαστικής ζωής και πράξεως.

Μακάρι, ο Αγιος Θεός, να φωτίσει τους όντως πνευματικούς Ιεράρχες μας να διορθώσουν τα ατόπως συμβαίνοντα μέσα στην Εκκλησία, προς δόξαν της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, γιατί η Τάξη πάντοτε φανερώνει τον βαθύτερο χαρακτήρα της Εκκλησιαστικής ζωής. Η διακονία των Εφημερίων πρέπει πρωτίστως να τιμάται από τους πεπαιδευμένους Ιεράρχες μας, οι οποίοι πρέπει να εκλέγονται, όχι από Επισκοπικές παρέες, που προλαμβάνουν το Αγιον Πνεύμα, αλλά πάντοτε σύμφωνα με την Γραφοκανονική Τάξη και Παράδοση της Εκκλησίας μας, ήτοι: «Ψήφω κλήρου και πιστού λαού». Να εκλέγονται δηλαδή, με πολλή σοφία «οι όντες εκ πολλού δεδοκιμασμένοι, εν τε τω λόγω της πίστεως και τη του ευθέος βίου πολιτεία» (Καν. 12ος Συν. Λαοδικείας). 

Επανέρχεται και αύθις, ο απροστάτευτος έγγαμος Κλήρος, σε αυτές τις Γραφονομοκανονικές απρέπειες που επικρατούν σε βάρος του, και θα ξαναεπανέλθει, αν θα συνεχιστεί αυτή η αδιαφορία και κώφευση των αρμοδίων, όπου και θα αναγκαστεί να μιλήσει πλέον «σε ήχους πλάγιους».

Πρεσβύτερος ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ ΚΟΛΛΑΣ
Ορθόδοξος Θεολόγος - Εκκλ/κός Συνήγορος
Επ/μος Πρ/δρος Συνδέσμου Κληρικών Ελλάδος


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου