Τρίτη 22 Μαρτίου 2011

Προς παραθεολογούντας τρίτη επιστολή

«Μη έλεγχε κακούς, ίνα μη μισήσωσί σε, έλεγχε σοφόν, και αγαπήσει σε... ο αγαπών παιδείαν (=ηθικήν εκπαίδευσιν), αγαπά αίσθησιν (= την πραγματικήν γνώσιν), ο δε μισών ελέγχους άφρων «είναι μωρός, ανόητος». Παροιμίαι 9,8 & 12,1

Με επιφύλαξη λοιπόν, κατά τον λόγον της Βίβλου, η παρούσα απαντητική μου επιστολή στην από 15-3-11 ανακοίνωση - απάντηση της Ιεράς Μητροπόλεως σε εμπεριστατωμένη Νομο/Κανονολογία μου επί θεμάτων Κανονικού και Εκκλησιαστικού Δικαίου της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, δικαίωμα που έχω, ως εξ επαγγέλματος εκκλησιαστικός συνήγορος στα Επισκοπικά και Συνοδικά Δικαστήρια. Με την ανακοίνωση της αυτή, που βρίθει ενσυνείδητα αναληθειών ολκής, για τις οποίες ντρέπομαι για λογαριασμό της, η Ιερά Μητρόπολη άνοιξε, με απύθμενο και διαβολεμένο θράσος, τον ανεμιστήρα λάσπης και αδιάντροπα την πετά αδιάκριτα στους δίπλα της.

Περαιτέρω: Κατηγορούμαι, ψευδέστατα, άτι αυτοτιτλοφορούμαι: α) «Ως εκκλησιαστικός συνήγορος, που δεν απηχεί ούτε την πραγματικότητα ούτε και αναγνωρίζεται από κάποιο φορέα». Δεν θα μακρηγορήσω, θα περάσω αμέσως στην αποστομωτική απάντηση. Ο εν ισχύει Ν.5383/32 «περί των Εκκλησιαστικών Δικαστηρίων και της προ αυτών διαδικασίας», εν άρθρω 119 αναφέρει ρητά και κατηγορηματικά, όσον αφορά την εξ επαγγέλματος άσκηση του λειτουργήματος του εκκλησιαστικού συνηγόρου: «Ο κατηγορούμενος δύναται να παραστή μετά συνηγόρου κληρικού. Εάν ο κατηγορούμενος δεν έχη συνήγορον, δύναται να απαίτηση όπως διορισθή αυτώ εξ επαγγέλματος συνήγορος κληρικός». Συνεπώς ο τίτλος του «εκκλησιαστικού συνηγόρου» που φέρω δεν είναι ψευδής, αλλά νόμιμος και αληθής και είναι νομοθετημένος. Ενα το κρατούμενον.

β) Ο νόμιμος εκκλησιαστικός συνήγορος, γνώστης του Κανονικού και Εκκλησιαστικού Δικαίου (=νομο/Κανονονολόγος), είναι ο σημαντικότερος παράγων στην εκκλησιαστική δίκη, αφού δεν μπορεί να γίνει δίκη χωρίς εκκλησιαστικό συνήγορο, και ακωλύτως δικαιούται να συντάσσει νομο/Κανονολογίες και να υποβάλλει προτάσεις, ενστάσεις, εξαιρέσεις, ανακοπές, στις διάφορες φάσεις των Εκκλησιαστικών Δικαστηρίων, και προσωπικώς αυτό το πράττω άνευ ουδενός κωλύματος, επί τριάκοντα και πλέον έτη, γεγονός που σημαίνει ότι ο εκκλησιαστικός συνήγορος αναγνωρίζεται όχι μόνον νομικά, αλλά και από τον θεσμό των Εκκλησιαστικών Δικαστηρίων. Δύο τα κρατούμενα,

γ) Τον τίτλο του «επιτίμου προέδρου ΙΣΚΕ» μου τον απέδωσε η Γενική Συνέλευση του Ιερού Συνδέσμου Κληρικών Ελλάδος (ΙΣΚΕ). Διετέλεσα επί δέκα και πλέον έτη πρόεδρος του ΙΣΚΕ. Συνεπώς και ο τίτλος αυτός είναι νόμιμος και αληθινός. Τρία τα κρατούμενα.

δ) Ο εν αληθεία έλεγχος ποτέ δεν προκαλεί, αλλά καλεί σε μετάνοια και ελευθερία τον πιστό από τα σφάλματα του, «γνώσεσθε την αλήθειαν και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς» (Ιωάν 8,32), και προσωπικώς, δικαιωματικά αναφέρθηκα, χωρίς να γίνομαι συγκεκριμένος, στην νομο/Κανονική αλήθεια της 1-3-11 και 13—3-11 μητροπολιτικής ανακοίνωσης, «ουκ έσομαι άφρων, αλήθειαν γαρ ερώ» (2 Κορ. 12,6). Οι εν αληθεία έλεγχοι απώτερο σκοπό έχουν να σώζουν, διό και, κατά την Βίβλο, αυτόν που δεν δέχεται ελέγχους τον χαρακτηρίζει μωρόν και ανόητον, «ο αγαπών παιδείαν, αγαπά αίσθησιν, ο δε μισών ελέγχους άφρων» (Παροιμΐαι 12,1). Τέσσερα τα κρατούμενα,

ε) Ο τίτλος μου «ορθόδοξος θεολόγος» με εκφράζει απόλυτα, γιατί αγωνίζομαι μια ζωή, εμπράκτως, για την Γράφο/Νομο/Κανονική τάξη, ήτοι, για την Ορθοδοξία - Ορθοπραξία, διό και λίαν ευθαρσώς δηλώνω ότι είμαι ορθόδοξος θεολόγος και προκαλώ να πράξουν τούτο, αν μπορούν, και άλλοι μεγαλόσχημοι ιερωμένοι, για να τους ρωτήσω με τη σειρά μου, τι έχουν κάνει μέχρι σήμερα και κάνουν για την γλυκιά μας Ορθοδοξία - Ορθοπραξία, όταν υπάρχουν δίπλα μας πονηροί ιερωμένοι, που καταδιώκουν και βασανίζουν τους ευσεβείς; «Πονηροί δε άνθρωποι και γόητες προκόψουσιν επί το χείρον, πλανώντες και πλανώμενοι…πόρνοις, αρσενοκοίταις, ανδραποδισταίς, ψεύσταις, επιόρκοις, και ει τι έτερον τη ηγιαινούση διδασκαλία αντίκειται». (2 Τιμ. 3,13 & 1 Τιμ. 1,10). Πέντε τα κρατούμενα.

στ) 1) Είμαι μια ζωή «αυτοκέφαλος» και παραμένω τοιούτος στις ενέργειές μου. Δεν υπήρξα ποτέ «ετεροκίνητος». Συνεπώς, δεν χρειάζομαι «κολαούζους» δίπλα μου, έστω και αν αυτοί είναι πανεπιστημιακοί δάσκαλοι. Άλλωστε δεν γνωρίζω και δεν συνδέομαι στενά με κανέναν συνταξιούχο ή εν ενεργεία πανεπιστημιακό δάσκαλο από τη Μεσσηνία. Εξι τα κρατούμενα.

2) Οσον αφορά την υπόθεση της Γυναικείας Ιεράς Μονής της Καλαμάτας (που υπαινίσσεται η «άδικος και διεστραμμένη» (πρβλ. Παροιμίαι 8,8) Μητροπολιτική Ανακοίνωση) προσωπικώς και πάλιν έπραξα το καθήκον μου από Νομό/Κανονικής και μόνον επόψεως, με απώτερο πάντα σκοπό να βοηθήσω, χωρίς τούτο να μου ζητηθεί, και το πράττω αυτό πάντοτε όταν θα διαπιστώσω Γραφο/Νομο/Κανονική παράβαση από οπουδήποτε και αν προέρχεται, είτε από την Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας είτε από την Διαρκή Ιερά Σύνοδο είτε από τα Εκκλησιαστικά Δικαστήρια είτε και από οποιαδήποτε Ιερά Μητρόπολη. Επτά τα κρατούμενα.

ζ) Και το τραγελαφικόν της υπόθεσης. Απειλούμαι με το σοβαρό Κανονικό παράπτωμα της «Εισπήδησης». Μα το Κανονικό αυτό παράπτωμα δεν αφορά τον πρεσβύτερο της εκκλησίας, αλλά αποκλειστικά και μόνον τον επίσκοπο εκείνο της εκκλησίας, που θα αποτολμήσει να «εισπηδήσει» σε άλλη Επισκοπή και θα προβεί σε χειροτονίες και ιεροπραξίες: «Μηδένα επίσκοπον τολμάν αφ’ ετέρας επαρχίας εις ετέραν μεταβαίνειν, και χειροτονείν εν εκκλησία τινάς εις προσαγωγήν λειτουργείας, μηδέ ει συνεπάγοιτο εαυτώ ετέρους, ει μη προσκληθείς αφίκοιτο διά γραμμάτων του τε μητροπολίτου και των συν αυτώ επισκόπων, ων εις την χώραν παρέρχοιτο... » (13ος Καν. Αντιοχείας). Η «Εισπήδηση» επομένως εμένα προσωπικά, και για άλλους λόγους, δεν με αγγίζει ποσώς. Οκτώ τα κρατούμενα, και για τα πάρα πέρα «οι πόρτες είναι ανοιχτές και τα σκυλιά δεμένα». Από τη μεριά μου θα συνεχίσω μέχρι να εκδημήσω προς τον Κύριό μου, να είμαι έτοιμος, ώστε να καταγράφω και να στηλιτεύω τα διάφορα Γραφο/Νομο/Κανονικά ατοπήματα, αλλά και να δίνω λόγον «παντί τω αιτούντι», και το θεάρεστον αυτό έργο μου δε μπορεί κανένας να μου το στερήσει, γιατί η πραγματική αλήθεια και «ο λόγος του Θεού ου δέδεται» (1 Πετρ. 3,15 & 2 Τιμ, 2,9). Για τα πάρα πέρα το λόγο έχει το αναγνωστικό κοινό και ας βγάλει τα συμπεράσματά του, με την εκ μέρους μου ρητή και κατηγορηματική διαβεβαίωσή τους ότι, «μετά δικαιοσύνης πάντα τα ρήματα του στόματος μου, ουδέν εν αυτοίς σκολιόν (= άδικον) ουδέ στραγγαλιώδες (=διεστραμμένον), ουκ έσομαι άφρων (= μωρός, ανόητος ), την αλήθειαν γαρ ερώ». (Παρ. 8,8 & 2 Κορ 12,6).

Πρεσβύτερος ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ ΚΟΛΛΑΣ

Ορθόδοξoς Θεολόγος – Εκκλ/κός Συνήγορος

Επ/μος πρ/δρος Συνδέσμου Κληρικών Ελλάδος

Πηγή: ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ 20/3/2011

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου